Οι τεχνολογικές αλλαγές επηρεάζουν όλα τα τμήματα της κοινωνίας και της οικονομίας και μεταμορφώνουν τη ζωή των πολιτών της ΕΕ. Οι μεταφορές δεν αποτελούν εξαίρεση σε αυτή την τάση. Οι νέες τεχνολογίες αλλάζουν ριζικά το τοπίο στην κινητικότητα. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΕ και η βιομηχανία πρέπει να ανταποκριθούν με επιτυχία στην πρόκληση να καταλάβουν παγκόσμια ηγετική θέση στην καινοτομία, την ψηφιοποίηση και την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές. Συνεπώς, η Επιτροπή έχει υιοθετήσει μια ολοκληρωμένη προσέγγιση στο πλαίσιο τριών δεσμών προτάσεων για την κινητικότητα «Η Ευρώπη σε κίνηση» για να διασφαλίσει ότι οι πολιτικές κινητικότητας αντανακλούν αυτές τις πολιτικές προτεραιότητες.

Κατόπιν της στρατηγικής για την κινητικότητα χαμηλών εκπομπών, η Επιτροπή ενέκρινε δύο δέσμες προτάσεων για την κινητικότητα τον Μάιο και τον Νοέμβριο του 20171 . Οι δέσμες αυτές ορίζουν μια θετική ατζέντα που αποφέρει αποτελέσματα στο πλαίσιο της στρατηγικής για την κινητικότητα χαμηλών εκπομπών και διασφαλίζει ομαλή μετάβαση σε καθαρή, ανταγωνιστική και συνδεδεμένη κινητικότητα για όλους. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να διασφαλίσουν την ταχεία έγκριση των εν λόγω προτάσεων.

Η παρούσα πρωτοβουλία αποτελεί τμήμα της τρίτης δέσμης προτάσεων «Η Ευρώπη σε κίνηση», η οποία ανταποκρίνεται στη νέα στρατηγική για τη βιομηχανική πολιτική του Σεπτεμβρίου του 2017 και σχεδιάστηκε για να ολοκληρώσει τη διαδικασία που επιτρέπει στην Ευρώπη να αποκομίσει το σύνολο των οφελών από τον εκσυγχρονισμό της κινητικότητας. Είναι σημαντικό το μελλοντικό σύστημα κινητικότητας να είναι ασφαλές, καθαρό και αποτελεσματικό για όλους τους πολίτες της ΕΕ. Στόχος είναι να καταστεί η ευρωπαϊκή κινητικότητα ασφαλέστερη και πιο προσβάσιμη, η ευρωπαϊκή βιομηχανία πιο ανταγωνιστική, οι θέσεις εργασίας στην Ευρώπη πιο ασφαλείς και η κινητικότητα να είναι πιο καθαρή και καλύτερα προσαρμοσμένη στην επιτακτική ανάγκη καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής. Γι’ αυτό θα απαιτηθεί απόλυτη δέσμευση της ΕΕ, των κρατών μελών και των ενδιαφερόμενων μερών, για την ενίσχυση, μεταξύ άλλων, των απαιτήσεων για τα χαρακτηριστικά ασφαλείας των οδικών οχημάτων.

Η οδική ασφάλεια συνιστά πανευρωπαϊκό ζήτημα το οποίο αντιμετωπίζεται μέσω ολοκληρωμένης προσέγγισης. Οι πολιτικές διαρθρώνονται κατά κανόνα γύρω από τρεις πυλώνες: τους χρήστες του οδικού δικτύου (οδηγοί, πεζοί και ποδηλάτες), τα οχήματα και τις υποδομές.

Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, η οδική ασφάλεια βελτιώθηκε σημαντικά. Παρόλα αυτά, η πρόοδος στη μείωση του ποσοστού θανατηφόρων τροχαίων περιστατικών έχει ανακοπεί κατά τα πρόσφατα έτη. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της ΕΕ, από το 2013 δεν έχει σημειωθεί καμία σημαντική μείωση του αριθμού των θανατηφόρων τροχαίων περιστατικών στην Ένωση2 . Παρότι ορισμένα κράτη μέλη εξακολουθούν να σημειώνουν σημαντική πρόοδο κάθε έτος, σε ορισμένα άλλα καταγράφεται ακόμη και αύξηση των θανάτων από τροχαία ατυχήματα, με αποτέλεσμα να υπάρχει στασιμότητα στο ποσοστό των θανατηφόρων τροχαίων περιστατικών σε επίπεδο ΕΕ.

Είναι απαραίτητο να υπάρξει αναθεωρημένο πλαίσιο, κατάλληλα προσαρμοσμένο στις αλλαγές στον τομέα της κινητικότητας που προκύπτουν λόγω κοινωνικών τάσεων (π.χ. περισσότεροι ποδηλάτες και πεζοί, γήρανση της κοινωνίας) και τεχνολογικών εξελίξεων. Εκτιμάται ότι ελλείψει νέων πρωτοβουλιών για την οδική ασφάλεια γενικά, τα αποτελέσματα της υφιστάμενης προσέγγισης σε σχέση με την ασφάλεια αδυνατούν πλέον να αντισταθμίσουν τον αυξανόμενο κυκλοφοριακό φόρτο. Αυτή η πολύπλοκη κατάσταση απαιτεί δυναμική αναπροσαρμογή της πολιτικής, που αντιμετωπίζει τις κύριες προκλήσεις με συνεκτικό και αποτελεσματικό τρόπο σε όλο το φάσμα των πολιτικών για την οδική ασφάλεια. Όσον αφορά την ασφάλεια των οχημάτων, αυτό συνεπάγεται την επιβολή ευρέος φάσματος προηγμένων μέτρων ασφαλείας στον βασικό εξοπλισμό για τις αντίστοιχες κατηγορίες οχημάτων και βελτιωμένη προστασία για τον ευάλωτο χρήστη της οδού, όπως οι πεζοί και οι ποδηλάτες, καθώς και τα άτομα μικρού αναστήματος και οι ηλικιωμένοι.

Η παρούσα πρόταση αντιμετωπίζει το κύριο πρόβλημα του σταθερά υψηλού αριθμού τροχαίων ατυχημάτων, το οποίο, με τη σειρά του, οδηγεί σε υψηλό αριθμό θανάτων και σοβαρών τραυματισμών και προβλέπει μέτρα για τη βελτίωση της ασφάλειας σε επίπεδο οχήματος, προκειμένου είτε να αποφευχθεί και να μειωθεί ο αριθμός των ατυχημάτων είτε να μειωθεί η σοβαρότητα των αναπόφευκτων ατυχημάτων, ώστε να περιοριστεί ο αριθμός των θανάτων και των σοβαρών τραυματισμών. Η παρούσα πρόταση πρέπει να θεωρηθεί σε στενή σχέση με άλλες πρωτοβουλίες, που αποτελούν μέρος της τρίτης δέσμης προτάσεων για την κινητικότητα, όπως, για παράδειγμα, οι προτεινόμενες τροποποιήσεις της οδηγίας για τη διαχείριση της ασφάλειας των οδικών υποδομών3 . Οι πρωτοβουλίες αυτές αποσκοπούν επίσης να συνεισφέρουν στη μείωση του αριθμού των θανάτων και των τραυματισμών στο οδικό δίκτυο της ΕΕ και, συνεπώς, έχουν κοινό ορίζοντα και είναι αλληλένδετες. Επιπλέον, ορισμένα συστήματα επί των οχημάτων, όπως τα συστήματα παραμονής στη λωρίδα κυκλοφορίας και ευφυούς ελέγχου ταχύτητας, βασίζονται σε καλά συντηρημένες οδικές υποδομές (διαγράμμιση των οδών, σήμανση και κάμερες). Συνεπώς, οι προτάσεις για τις οδικές υποδομές και την ασφάλεια των οχημάτων είναι αλληλοσυμπληρούμενες σε ορισμένους τομείς και επιτρέπουν την πλήρη αξιοποίηση του δυναμικού ασφαλείας των συστημάτων επί των οχημάτων.

Εξάλλου, όσον αφορά το γενικό πλαίσιο ασφάλειας των οχημάτων και των υποδομών, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στη συνδεδεμένη και αυτοματοποιημένη οδήγηση, οι οποίες κινούνται με γοργή ταχύτητα. Συνεπώς, υπάρχει επίσης στενή σύνδεση με τη στρατηγική της Επιτροπής για συνεργατικά και ευφυή συστήματα μεταφορών4 και την πρόταση για στρατηγική της ΕΕ για την κινητικότητα του μέλλοντος5 . Προκειμένου τα οχήματα να είναι μελλοντικά βιώσιμα, θα πρέπει, όχι μόνο να είναι προετοιμασμένα για τις νέες τεχνολογικές εξελίξεις σε επίπεδο υποδομών, αλλά επίσης να αναλάβουν ηγετικό ρόλο και να προετοιμάσουν το έδαφος για πλήρως αυτοματοποιημένη οδήγηση. Γι’ αυτόν τον λόγο, η απαίτηση για προηγμένα χαρακτηριστικά ασφαλείας στα οχήματα ακόμη και σήμερα θα βοηθήσει τους οδηγούς να προσαρμοστούν σταδιακά στα νέα χαρακτηριστικά και θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη και την αποδοχή της κοινής γνώμης στη μετάβαση στην αυτόνομη οδήγηση.

Η πρόταση συμβαδίζει επίσης απόλυτα με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου σύμφωνα με τη δήλωση της Βαλέτας, στην οποία οι υπουργοί Μεταφορών επιβεβαίωσαν τη δέσμευσή τους για βελτίωση της οδικής ασφάλειας6 και κυρίως κάλεσαν την Επιτροπή να ενισχύσει την προστασία των χρηστών του οδικού δικτύου, και ιδίως του ευάλωτου χρήστη της οδού, εξασφαλίζοντας την ανάπτυξη νέων χαρακτηριστικών ασφάλειας για τα οχήματα.

Συνέπεια με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής Η οδηγία 2007/46/ΕΚ7 (πρόκειται να αντικατασταθεί από κανονισμό που θα τεθεί σε ισχύ την 1η Σεπτεμβρίου 20208 ) καθορίζει εναρμονισμένες απαιτήσεις ασφάλειας και περιβαλλοντικές απαιτήσεις, τις οποίες πρέπει να πληρούν τα μηχανοκίνητα οχήματα πριν από τη διάθεσή τους στην εσωτερική αγορά, διευκολύνοντας με αυτόν τον τρόπο την ελεύθερη κυκλοφορία των οχημάτων. Παρέχει το πλαίσιο βάσει του οποίου λειτουργούν διάφορες επιμέρους κανονιστικές πράξεις με ειδικές τεχνικές απαιτήσεις για διαφορετικούς τύπους οχημάτων. Υπό την έννοια αυτή, ο κανονισμός για τη γενική ασφάλεια των οχημάτων (GSR)9 , ο κανονισμός για την ασφάλεια των πεζών (PSR)10 και ο κανονισμός σχετικά με την ασφάλεια των υδρογονοκίνητων οχημάτων (HSR)11 συνιστούν επιμέρους κανονιστικές πράξεις στο πλαίσιο της διαδικασίας έγκρισης τύπου της ΕΕ. Οι τεχνικές απαιτήσεις για την έγκριση τύπου των μηχανοκίνητων οχημάτων όσον αφορά τα πολυάριθμα στοιχεία ασφαλείας και περιβάλλοντος έχουν εναρμονιστεί σε ενωσιακό επίπεδο για να αποφεύγονται οι διαφορές στις απαιτήσεις των κρατών μελών και να εξασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προτύπων υγείας και ασφάλειας σε ολόκληρη την Ένωση. Το άρθρο 17 του κανονισμού για τη γενική ασφάλεια των οχημάτων και το άρθρο 12 του κανονισμού για την ασφάλεια των πεζών απαιτούν αμφότερα από την Επιτροπή να παρακολουθεί τις τεχνικές εξελίξεις στις τεχνολογίες ενισχυμένης ασφάλειας και να εξετάζει την ενδεχόμενη επέκταση του πεδίου εφαρμογής των υφιστάμενων εφαρμοστέων χαρακτηριστικών ασφαλείας των οχημάτων σε άλλες/όλες τις κατηγορίες οχημάτων, μέσω επικαιροποιημένης ενωσιακής νομοθεσίας που απαιτεί νέα προηγμένα χαρακτηριστικά ασφαλείας και βελτίωση της προστασίας του ευάλωτου χρήστη της οδού.

Σύμφωνα με τις προαναφερθείσες απαιτήσεις, η παρούσα πρόταση προβλέπει τις απαραίτητες προσαρμογές της υφιστάμενης ενωσιακής νομοθεσίας στην τεχνική πρόοδο και ταυτόχρονα εισάγει νέα χαρακτηριστικά ασφαλείας των οχημάτων, τα οποία παρουσιάζουν μεγάλες δυνατότητες διάσωσης ζωών στο οδικό δίκτυο.

Η παρούσα πρόταση είναι επίσης σύμφωνη με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/75812, βάσει του οποίου απαιτείται από τις 31 Μαρτίου 2018 όλοι οι νέοι τύποι επιβατικών αυτοκινήτων και μικρών φορτηγών να είναι εξοπλισμένοι με σύστημα eCall, το οποίο σε περίπτωση σοβαρής σύγκρουσης καλεί αυτόματα τον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό κλήσης έκτακτης ανάγκης 112. Εκτιμάται ότι το σύστημα eCall θα μπορούσε να επιταχύνει τον χρόνο απόκρισης σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης και να σώζει έως και 2 500 ζωές ετησίως. Ενώ το σύστημα eCall συμβάλλει στον μετριασμό των επιπτώσεων των σοβαρών τροχαίων ατυχημάτων σε ολόκληρη την Ευρώπη, η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην αποφυγή τροχαίων ατυχημάτων ή στη μείωση της σφοδρότητας των αναπόφευκτων ατυχημάτων ώστε να περιοριστεί ο αριθμός των θανάτων και των σοβαρών τραυματισμών.

  • Συνέπεια με άλλες πολιτικές της Ένωσης

Υπό γενικότερη έννοια, η παρούσα πρόταση θα συμβάλει στις προτεραιότητες που συνδέονται με την ανάπτυξη, τις θέσεις εργασίας και τις επενδύσεις στην Ένωση, μέσω της προώθησης των πιο αποτελεσματικών καινοτομιών και της συγκράτησης ποιοτικών θέσεων εργασίας στην Ευρώπη, καθώς και στην ψηφιοποίηση της εσωτερικής αγοράς, μέσω της προώθησης χαρακτηριστικών ασφαλείας που θεωρούνται βασικές τεχνολογίες, ώστε να καταστεί εφικτή η προαγωγή και η στήριξη της ανάπτυξης αυτοματοποιημένων οχημάτων σε ευρεία κλίμακα στην Ένωση.

Δείτε εδώ τη συνολική πρόταση

Διαβάστε τον ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 30ής Μαΐου 2018 για την έγκριση και την εποπτεία της αγοράς μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 715/2007 και (ΕΚ) αριθ. 595/2009 και για την κατάργηση της οδηγίας 2007/46/ΕΚ

 

 

Προηγούμενο άρθροSuzuki JIMNY: Έρχεται ανανεωμένο
Επόμενο άρθροΗ VW συνεργάζεται με τη Microsoft για τη δημιουργία διασυνδεδεμένου στόλου