Οι ιδιοκτήτες παλαιότερων πετρελαιοκίνητων οχημάτων, σε περιοχές με υψηλά επίπεδα ρύπανσης, θα μπορούν να επιλέξουν μεταξύ της ανταλλαγής του αυτοκινήτου τους με ένα νεότερο ή της μετασκευής του μη προδιαγεγραμμένου εξοπλισμού στο αυτοκίνητό τους. Αυτό το σχέδιο, που εισήχθη από την Γερμανίδα υπουργό Περιβάλλοντος, Svenja Schulze, αντιμετωπίστηκε με έντονη κριτική από τους κατασκευαστές αυτοκινήτων.
Τα νέα μέτρα θα εφαρμοστούν σε 14 γερμανικές πόλεις με υψηλό επίπεδο ρύπανσης από το διοξείδιο του αζώτου (NO2), όπως το Μόναχο, η Στουτγάρδη, η Κολωνία, το Αμβούργο και το Ντίσελντορφ.
Οι αυτοκινητοβιομηχανίες ευνοούν τα εμπορικά κίνητρα όσον αφορά την επιλογή της εκ των υστέρων προσαρμογής, εκτός από την BMW. Η Opel απέρριψε επίσης τις τροποποιήσεις, υποστηρίζοντας ότι δεν είναι οικονομικά συμφέρουσες και ότι η τεχνολογία δεν έχει αναπτυχθεί πλήρως.
Η Volkswagen συμφώνησε να καλύψει το κόστος των € 2.400 από το εκτιμώμενο που ανέρχεται σε € 3.000 για τις μετασκευές του εξοπλισμού των πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων της, σύμφωνα με όσα είπε ο Γερμανός υπουργός Μεταφορών, Andreas Scheuer, σε πρόσφατο livechat στο Instagram.
Ο κ. Scheuer πρόσθεσε ότι τα συστήματα εμπορικών ανταλλαγών θα είναι άμεσα διαθέσιμα, ενώ οι λεπτομέρειες σχετικά με την μετασκευή θα πρέπει να συζητηθούν περαιτέρω. Επιπλέον, δεν υπάρχει σχετικός νόμος που να επιβάλλει στους οδηγούς ή στους κατασκευαστές να προχωρήσουν στον εκσυγχρονισμό των οχημάτων.
Η κυβερνητική πρόταση για το ντίζελ βασίζεται σε τέσσερις αρχές, εξήγησε ο κ. Scheuer: να αποφευχθούν οι απαγορεύσεις οδήγησης, να μη περιορίζεται η κινητικότητα, να μην επιβαρυνθούν οι οδηγοί αυτοκινήτων ντίζελ με επιπλέον κόστος και η αυτοκινητοβιομηχανία να λογοδοτήσει για την κρίση.
Επί του παρόντος, το Αμβούργο απαγόρευσε την κυκλοφορία των οχημάτων τύπου Euro 4 από ορισμένους δρόμους, ενώ η Φρανκφούρτη και η Στουτγάρδη ανακοίνωσαν παρόμοιες απαγορεύσεις για το 2019.