της Λίνας Τσαγκαράκη
Αν και τα ορυκτά καύσιμα (άνθρακας, πετρέλαιο, φυσικό αέριο) αποτελούν βασικό μοχλό της κλιματικής αλλαγής -ευθύνονται για το 76% των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας- σπανίως αποτελούν αντικείμενο διεθνούς πολιτικής για το κλίμα και τις σχετικές διαπραγματεύσεις. Μια νέα έκθεση του ΟΗΕ στοχεύει στην διεύρυνση αυτής της συζήτησης και στην παροχή μιας μέτρησης για την αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο το επίπεδο παραγωγής τους παγκοσμίως συνάδει με τους παγκόσμιους κλιματικούς στόχους.
Η απόκλιση μεταξύ της σχεδιαζόμενης παραγωγής ορυκτών καυσίμων από τα κράτη και του παγκόσμιου επιπέδου παραγωγής, που δεν επιτρέπει τον περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη κατά 1,5° C ή 2° C, είναι ανησυχητική. Αυτό το χάσμα παραγωγής καταδεικνύει το μέγεθος της πρόκλησης, καθιστώντας τους στόχους της δράσης για το κλίμα πολύ πιο δύσκολο να επιτευχθούν.
Για να εκτιμηθεί το χάσμα στην παραγωγή, η έκθεση (Production Gap Report) παρουσιάζει μια μέθοδο ανάλογη με εκείνη που χρησιμοποιείται στην ετήσια έκθεση για το χάσμα των εκπομπών (Emissions Gap Report) – που πρόκειται να δημοσιευθεί στις 26 Νοεμβρίου. Χρησιμοποιεί διαθέσιμα στο κοινό δεδομένα για να εκτιμήσει τις διαφορές, βάσει σεναρίων της πρόσφατης ειδικής έκθεσης της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) σχετικά με την υπερθέρμανση του πλανήτη.
Συνολικά, η προγραμματισμένη παραγωγή ορυκτών καυσίμων από τα κράτη έως το 2030 θα οδηγήσει σε εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (GtCO2) ύψους 39 δισεκατομμυρίων τόννων (gigatonnes). Αυτό αντιστοιχεί σε 13 GtCO2, ή 53%, περισσότερο από ότι θα χρειαζόταν για μείωση της υπερθέρμανσης του πλανήτη κατά 2°C, και 21 GtCO2 (120%) περισσότερο από ό,τι θα χρειαζόταν για 1,5° C. Το χάσμα αυτό διευρύνεται σημαντικά μέχρι το 2040.
Στο ακόλουθο διάγραμμα εμφανίζονται οι κορυφαίες χώρες όσον αφορά τις εκπομπές CO2 με βάση την εξόρυξη το 2017 (εκατομμύρια τόνοι CO2, MtCO2). Οι εννέα πρώτες χώρες-παραγωγοί αντιπροσωπεύουν το 69% και οι 27 πρώτες χώρες-παραγωγοί αντιπροσωπεύουν το 90% του παγκόσμιου συνόλου. Δεν εμφανίζονται χώρες με εκπομπές κάτω από 200 MtCO2. Οι χώρες που σημειώνονται με έντονους χαρακτήρες* εξετάζονται αναλυτικά από την έκθεση.
Η έκθεση εξετάζει 10 χώρες που παράγουν ορυκτά καύσιμα, τις πολιτικές και τις δράσεις που επεκτείνουν την παραγωγή ορυκτών καυσίμων και, με τη σειρά τους, διευρύνουν το χάσμα. Παρέχει επίσης επιλογές πολιτικής που μπορούν να βοηθήσουν τις χώρες να ευθυγραμμίσουν καλύτερα την παραγωγή με τους κλιματικούς στόχους. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό κατά το επόμενο έτος, καθώς προετοιμάζονται οι νέες ή επικαιροποιημένες εθνικές δεσμεύσεις (NDCs), καθορίζοντας τα νέα τους σχέδια μείωσης των εκπομπών και τις δεσμεύσεις τους για το κλίμα στο πλαίσιο της συμφωνίας των Παρισίων.
Η έκθεση αναλύει επτά κορυφαίες χώρες – παραγωγούς που παράγουν ορυκτά καύσιμα (Κίνα, Ηνωμένες Πολιτείες, Ρωσία, Ινδία, Αυστραλία, Ινδονησία και Καναδάς) και τρεις σημαντικές χώρες παραγωγούς με ισχυρές κλιματικές φιλοδοξίες (Γερμανία, Νορβηγία και Ηνωμένο Βασίλειο).
Πολλές χώρες φαίνεται να καλύπτουν εξαγωγικές αγορές για να δικαιολογήσουν σημαντικές αυξήσεις στην παραγωγή (π.χ. Ηνωμένες Πολιτείες, Ρωσία και Καναδάς), ενώ άλλες επιδιώκουν να περιορίσουν ή να τερματίσουν σε μεγάλο βαθμό τις εισαγωγές μέσω παραγωγής μεγάλης κλίμακας (π.χ. Ινδία και Κίνα). Το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι η υπερεπένδυση στα ορυκτά κάυσιμα, η αύξηση του κινδύνου για λανθάνοντα περιουσιακά στοιχεία, εργαζόμενους και κοινότητες, καθώς και ο εγκλωβισμός σε υψηλότερη τροχιά εκπομπών. xxx
Το χάσμα παραγωγής είναι μεγαλύτερο για τον άνθρακα. Μέχρι το 2030, οι χώρες σχεδιάζουν να παράγουν κατά 150% περισσότερο άνθρακα (5,2 δισεκατομμύρια τόνους) από ό,τι απαιτεί η μείωση κατά 2° C και 280% (6,4 δισεκατομμύρια τόνους) περισσότερο από ό,τι θα απαιτούσε η μείωση κατά 1,5° C.
Το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο βρίσκονται επίσης σε πορεία υπέρβασης, καθώς οι χώρες συνεχίζουν να επενδύουν σε υποδομές ορυκτών καυσίμων για τη χρήση πετρελαίου και φυσικού αερίου. Οι επιπτώσεις αυτής της κατάστασης διευρύνουν το χάσμα παραγωγής με την πάροδο του χρόνου, έως ότου οι χώρες παράγουν 43% (36 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως) περισσότερο πετρέλαιο και 47% (1.800 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα) περισσότερο φυσικό αέριο μέχρι το 2040, από όσο απαιτεί το σενάριο μείωσης της υπερθέρμανσης του πλανήτη κατά 2° C.
Ο ΓΓ του ΟΗΕ, António Guterres, δήλωσε μέσω Twitter πως οι αυξημένες εκπομπές καθιστούν δυσκολότερη και πιο δαπανηρή την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. “Ήρθε η ώρα να τερματίσoυμε την εποχή των ορυκτών καυσίμων, να επενδύσουμε σε καθαρή ενέργεια και να αναλάβουμε αποφασιστική δράση για την κλιματική αλλαγή”, τόνισε.