Μετά την συμφωνία της ΕΕ για τους στόχους CO2 αυτοκινήτων και βαν, η Ένωση Ευρωπαίων Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (ACEA) και η περιβαλλοντική ένωση Transport & Environment (T&E) εξέδωσαν ανακοινώσεις.
Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο για δημιουργία συνθηκών μηδενικών εκπομπών ρύπων, αναφέρει ο κλάδος της αυτοκινητοβιομηχανίας
Η ACEA προτρέπει τους ευρωπαίους αρμόδιους χάραξης πολιτικής να επισπεύσουν την ανάπτυξη ευνοϊκών συνθηκών κινητικότητας μηδενικών εκπομπών.
Η συμφωνία μεταξύ εκπροσώπων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θα επιτρέψει την μείωση των εκπομπών CO2 αυτοκινήτων και βαν κατά 100% έως το 2035, απαγορεύοντας ουσιαστικά την πώληση παραδοσιακών οχημάτων κινητήρων εσωτερικής καύσης.
«Αυτή η πρωτοποριακή απόφαση δεν έχει προηγούμενο», δήλωσε ο Oliver Zipse, Πρόεδρος της ACEA και CEO της BMW. «Σημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι πλέον η πρώτη και μοναδική αμιγώς ηλεκτροκίνητη περιοχή στον κόσμο».
«Μην αμφιβάλλετε πως η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία θα ανταποκριθεί στην πρόκληση, παρέχοντας αυτά τα αυτοκίνητα και βαν μηδενικών εκπομπών», ανέφερε ο κ. Zipse. «Ωστόσο, θέλουμε να δούμε τις προϋποθέσεις που απαιτούνται προς επίτευξη αυτού του στόχου να αντικατοπτρίζονται στις πολιτικές της ΕΕ. Οι προϋποθέσεις αυτές περιλαμβάνουν επάρκεια ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, απρόσκοπτο ιδιωτικό και δημόσιο δίκτυο υποδομής φόρτισης και πρόσβαση σε πρώτες ύλες».
Χάρη στις συνεχείς επενδύσεις του κλάδου, πέρυσι το ένα στα πέντε νέα αυτοκίνητα στην ΕΕ ήταν ηλεκτροκίνητο. Μέχρι το 2030 προβλέπεται να αυξηθεί σε τρία αυτοκίνητα στα πέντε – θέτοντας την ΕΕ πρώτη έναντι όλων των άλλων περιοχών του κόσμου.
Οι αυτοκινητοβιομηχανίες είναι έτοιμες να συνεργαστούν με τους αρμόδιους χάραξης πολιτικής της ΕΕ και να ανταποκριθούν στις σημαντικές κοινωνικές και βιομηχανικές προκλήσεις του μετασχηματισμού. «Πρέπει να εργαστούμε από κοινού για πολιτικές που εγγυώνται πρόσβαση στις πρώτες ύλες που απαιτούνται για την ηλεκτροκίνηση, καθιστούν τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα προσιτά στη μαζική αγορά, αμβλύνουν τις αρνητικές συνέπειες απασχόλησης και επιτρέπουν στους ευρωπαίους πολίτες να φορτίζουν το ηλεκτρικό τους όχημα γρήγορα και εύκολα», δήλωσε η Γενική Διευθύντρια της ACEA, Sigrid de Vries.
Στο πλαίσιο μιας συνολικής βιομηχανικής πολιτικής, η Ευρώπη πρέπει να δημιουργήσει ανθεκτικές εφοδιαστικές αλυσίδες, ειδικά κρίσιμων εξαρτημάτων όπως οι μπαταρίες και οι πρώτες ύλες. Διαφορετικά, οι κατασκευαστές οχημάτων της ΕΕ θα βρεθούν σε ιδιαίτερα μειονεκτική θέση σε σύγκριση με τους ομολόγους τους άλλων περιοχών – ιδίως με την ραγδαία αύξηση των τιμών ενέργειας.
Τα μέλη της ACEA ζητούν στιβαρή και ουσιαστική ενδιάμεση αναθεώρηση του κανονισμού CO2. Αυτό κρίνεται απαραίτητο για την αξιολόγηση επίτευξης επαρκούς προόδου στην αγορά, την ανάπτυξη υποδομών, την διαθεσιμότητα πρώτων υλών και την οικονομική προσιτότητα.
Πράγματι, η οικονομική προσιτότητα μπορεί να αποτελέσει μεγάλο εμπόδιο, καθότι ο πληθωρισμός αυξάνεται και το κόστος των μπαταριών αυξάνεται για πρώτη φορά σε πάνω από μια δεκαετία. Ως εκ τούτου, οι αρμόδιοι χάραξης πολιτικής πρέπει επίσης να αντιμετωπίσουν τις εκπομπές του υπάρχοντος στόλου οχημάτων.
Στο πλαίσιο αυτό, η ACEA επισημαίνει πως η τελική συμφωνία περιλαμβάνει αναφορές στον πιθανό μελλοντικό ρόλο των ανανεώσιμων καυσίμων μεταφορών. De Vries: «Πιστεύουμε ότι το άνοιγμα της τεχνολογίας παραμένει σημαντικό για τη διατήρηση της ευελιξίας ανταπόκρισης σε διάφορες ανάγκες και προσαρμογής στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Όπως καταδεικνύει η τρέχουσα ενεργειακή κρίση, η διαφοροποίηση είναι απαραίτητη για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας της Ευρώπης».
Συμφωνία ορόσημο για το κλίμα
Η T&E χαιρετίζει την ιστορική συμφωνία και δηλώνει ότι οι νομοθέτες πρέπει να επιταχύνουν και άλλα μέτρα μείωσης των εκπομπών οχημάτων εντός της δεκαετίας.
Η Julia Poliscanova, ανώτερη διευθύντρια οχημάτων και ηλεκτροκινητικότητας της T&E, δήλωσε: «Οι ημέρες των ρυπογόνων κινητήρων καύσης και εκπομπών άνθρακα είναι επιτέλους μετρημένες. Έχουν περάσει 125 χρόνια από τότε που ο Rudolf Diesel έφερε επανάσταση στην απόδοση κινητήρων, αλλά οι νομοθέτες αποφάσισαν το επόμενο κεφάλαιο να γραφτεί από το καθαρότερο, καλύτερο ηλεκτρικό όχημα. Για τον πλανήτη και την ανθρώπινη υγεία, αυτό δεν μπορεί να συντελεσθεί αρκετά γρήγορα».
Βάσει της συμφωνίας, οι αυτοκινητοβιομηχανίες πρέπει να μειώσουν τις εκπομπές των νέων αυτοκινήτων κατά 55% το 2030, έναντι του 2021 και να επιτύχουν 100% μείωση CO2 πέντε χρόνια αργότερα. Η T&E ανέφερε πως οι στόχοι του 2025 και του 2030 είναι πολύ χαμηλοί για σημαντική μείωση εκπομπών ρύπων εντός της δεκαετίας και κάλεσε τους νομοθέτες να βελτιώσουν τις πολιτικές τελών και φόρτισης προς τόνωση της υιοθέτησης αυτοκινήτων μηδενικών εκπομπών. Επιδοτούμενα προγράμματα leasing, όπως αυτό που υποσχέθηκε η γαλλική κυβέρνηση, θα χρειαστούν επίσης για να καταστούν τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα πιο προσιτά.
Η T&E ανέφερε πως μια στιβαρή βιομηχανική στρατηγική της ΕΕ – συμπεριλαμβανομένων των τοπικών απαιτήσεων για ηλεκτρικά οχήματα και μπαταρίες – είναι απαραίτητη για να διασφαλιστεί η συμμετοχή των ευρωπαίων κατασκευαστών αυτοκινήτων στον παγκόσμιο αγώνα για πρωτοπόρο πράσινη τεχνολογία. Οι Κινέζοι κατασκευαστές ηλεκτρικών οχημάτων, οι οποίοι επωφελήθηκαν από μακροχρόνιες επιδοτήσεις και κρατική χρηματοδότηση των εφοδιαστικών αλυσίδων τους, κερδίζουν μερίδιο αγοράς στην ΕΕ. Στις ΗΠΑ, ο νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού θέτει τους ευρωπαίους κατασκευαστές σε ιδιαίτερα μειονεκτική θέση έναντι των Αμερικανών ανταγωνιστών τους.
Η Julia Poliscanova είπε: «Οι ξένες αυτοκινητοβιομηχανίες παίρνουν το ψωμί των ευρωπαϊκών. Η ΕΕ χρειάζεται πολύ μια ενοποιημένη στρατηγική για την αυτοκινητοβιομηχανία της που θα επιταχύνει την ηλεκτροκίνηση και θα προστατεύσει τις ευρωπαϊκές θέσεις εργασίας στο μέλλον. Απαιτείται παγκόσμιος ανταγωνισμός για ανάπτυξη και καινοτομία, αλλά οι αυτοκινητοβιομηχανίες θα πρέπει να κατασκευάζουν περισσότερα EV και μπαταρίες στην Ευρώπη. Από πλευράς ζήτησης, η Ευρώπη χρειάζεται ένα απρόσκοπτο δίκτυο φόρτισης και πολιτικές που θα επιτρέψουν στις οικογένειες μεσαίων και χαμηλών εισοδημάτων να χρησιμοποιούν επίσης ηλεκτρικά αυτοκίνητα».
Οι νομοθέτες συμφώνησαν επίσης να ζητήσουν από την Επιτροπή να βρει λύση για τα e-fuels οχημάτων που δεν εμπίπτουν στον κανονισμό, άνευ δεσμεύσεως. Η συμφωνία μεταβιβάζεται πλέον στους Υπουργούς Περιβάλλοντος της ΕΕ και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τελική επικύρωση πριν καταστεί νόμος.