Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε ότι από τις 4 Ιουλίου, η ΕΕ θα επιβάλλει πρόσθετους δασμούς στα εισαγόμενα κινεζικά BEV (ηλεκτρικά οχήματα μπαταρίας).
Στο πλαίσιο της εν εξελίξει έρευνάς της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέληξε προσωρινά στο συμπέρασμα ότι η αλυσίδα αξίας ηλεκτρικών οχημάτων μπαταρίας (BEV) στην Κίνα επωφελείται από άδικες επιδοτήσεις, οι οποίες προκαλούν κίνδυνο οικονομικής ζημίας στους παραγωγούς BEV της ΕΕ. Η έρευνα εξέτασε επίσης τις πιθανές συνέπειες και τον αντίκτυπο των μέτρων στους εισαγωγείς, χρήστες και καταναλωτές BEV στην ΕΕ.
Κατά συνέπεια, η Επιτροπή επικοινώνησε με τις κινεζικές αρχές για να συζητήσει αυτά τα πορίσματα και να διερευνήσει πιθανούς τρόπους επίλυσης των ζητημάτων που εντοπίστηκαν με τρόπο συμβατό με τον ΠΟΕ.
Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή έχει προαναγγείλει το επίπεδο των προσωρινών αντισταθμιστικών δασμών που θα επιβάλει στις εισαγωγές ηλεκτρικών οχημάτων μπαταρίας (BEV) από την Κίνα. Εάν οι συζητήσεις με τις κινεζικές αρχές δεν οδηγήσουν σε αποτελεσματική λύση, αυτοί οι προσωρινοί αντισταθμιστικοί δασμοί θα εισαχθούν από τις 4 Ιουλίου με εγγύηση (με τη μορφή που θα αποφασίσουν τα τελωνεία κάθε κράτους μέλους). Θα εισπράττονται μόνο εάν και εφόσον επιβληθούν οριστικοί δασμοί.
Οι δασμοί που θα επιβάλλει η Επιτροπή στους τρεις Κινέζους παραγωγούς του δείγματος θα είναι:
Άλλοι παραγωγοί BEV στην Κίνα, οι οποίοι συνεργάστηκαν στην έρευνα αλλά δεν έχουν συμπεριληφθεί στο δείγμα (περιλαμβάνονται δυτικοί κατασκευαστές όπως η BMW και η Tesla), θα υπόκεινται σε σταθμισμένο μέσο δασμό 21%.
Όλοι οι άλλοι παραγωγοί BEV στην Κίνα που δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα θα υπόκεινται σε δασμό 38,1%.
Τα οριστικά μέτρα πρέπει να επιβληθούν εντός 4 μηνών από την επιβολή των προσωρινών δασμών. Μετά από τεκμηριωμένο αίτημα, ένας παραγωγός BEV στην Κίνα – η Tesla – μπορεί να λάβει ατομικά υπολογισμένο συντελεστή δασμού στο οριστικό στάδιο. Οποιαδήποτε άλλη εταιρεία παραγωγής στην Κίνα που δεν επιλέχθηκε στο τελικό δείγμα και επιθυμεί να διερευνηθεί η ιδιαίτερη κατάστασή της μπορεί να ζητήσει ταχεία επανεξέταση, σύμφωνα με τον βασικό κανονισμό κατά των επιδοτήσεων, αμέσως μετά την επιβολή των οριστικών μέτρων (δηλαδή 13 μήνες μετά την έναρξη) . Η προθεσμία για την ολοκλήρωση μιας τέτοιας επανεξέτασης είναι εννέα μήνες.
Αντιδράσεις από την Κίνα και τη Γερμανία
Το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου ανακοίνωσε ότι θα λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να προστατεύσει τα θεμιτά δικαιώματα των κινεζικών αυτοκινητοβιομηχανιών, μετά την απόφαση της ΕΕ να αυξήσει τους δασμούς για τα EV που κατασκευάζονται στην Κίνα.
Η Κίνα θα παρακολουθεί από κοντά την κατάσταση και υποστηρίζει ότι η απόφαση του ευρωπαϊκού συνασπισμού παραβιάζει παγκόσμιους εμπορικούς κανόνες, αναφέρεται σε δήλωση του υπουργείου.
Εξάλλου, από τη Φραγκφούρτη, ο γερμανός υπουργός Μεταφορών προειδοποίησε για «εμπορικό πόλεμο» με το Πεκίνο, μετά την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι δασμοί αυτοί «πλήττουν τις γερμανικές επιχειρήσεις και τα κατ’ εξοχήν προϊόντα τους», έγραψε στο X ο φιλελεύθερος υπουργός Φόλκερ Βίσινγκ. «Τα οχήματα πρέπει να γίνουν λιγότερο ακριβά μέσω αυξημένου ανταγωνισμού, των ανοικτών αγορών και καλύτερων συνθηκών εγκατάστασης επιχειρήσεων μέσα στην ΕΕ και όχι με έναν εμπορικό πόλεμο και μια στεγανοποίηση των αγορών», πρόσθεσε.
Η Γερμανία, οι αυτοκινητοβιομηχανίες της οποίας έχουν πολλές δραστηριότητες στην Κίνα, έδωσε μάχη με τη Σουηδία και την Ουγγαρία για να αποφύγει τις κυρώσεις σε βάρος των κινέζων κατασκευαστών, φοβούμενη αντίποινα. Για τις γερμανικές εταιρείες Volkswagen, BMW και Mercedes, η Κίνα είναι η κύρια εθνική αγορά, καθώς αντιπροσωπεύει έως και 36% σε όγκο πωλήσεων.
«Το μέτρο αυτό αυξάνει περαιτέρω τον κίνδυνο μιας παγκόσμιας εμπορικής σύγκρουσης», σχολίασε σε ανακοίνωσή της η γερμανική ομοσπονδία κατασκευαστών αυτοκινήτων (VDA).
«Οι δυνητικές ζημιές από τα μέτρα που ανακοινώθηκαν μπορεί να είναι πιο σημαντικές από τα δυνητικά πλεονεκτήματα για την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία – και ιδιαίτερα τη γερμανική», εκτιμά η πρόεδρος του λόμπι Χίλντεγκαρντ Μίλερ. Η ίδια υπογράμμισε εξάλλου ότι ο κόσμος έχει «ανάγκη» την Κίνα για να «επιλύσει τα παγκόσμια προβλήματα», όπως η κλιματική κρίση.
Με πληροφορίες από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το ΑΠΕ/ΜΠΕ
Φωτογραφία: Ευρωπαϊκή Επιτροπή