Η Ένωση Ευρωπαίων Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (ACEA) ζητά επείγουσα δράση καθώς η ζήτηση για ηλεκτρικά οχήματα (EV) μειώνεται.
Συγκεκριμένα, τον Αύγουστο του 2024, σε μια γενικότερα πτωτική αγορά (-18,3%), οι ταξινομήσεις νέων EV στην ΕΕ σημείωσαν απότομη πτώση. Τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα μπαταρίας (BEV) αντιπροσώπευαν το 14,4% της αγοράς αυτοκινήτων της ΕΕ, από 21% το προηγούμενο έτος και τα plug-in υβριδικά (PHEV) με μερίδιο 7,1% σημείωσαν επίσης σημαντική πτώση (-22,3%).
Η συνεχής τάση συρρίκνωσης του μεριδίου αγοράς BEV στην ΕΕ, στέλνει ένα εξαιρετικά ανησυχητικό μήνυμα στον κλάδο και στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Ως εκ τούτου, οι ευρωπαίοι κατασκευαστές αυτοκινήτων καλούν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να υποβάλουν επείγοντα μέτρα ανακούφισης πριν τεθούν σε ισχύ οι νέοι στόχοι CO2 για αυτοκίνητα και βαν το 2025. Επιπλέον, καλούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προωθήσει τις αναθεωρήσεις του κανονισμού CO2 για ελαφρά και βαρέα οχήματα έως το 2025, που επί του παρόντος προγραμματίζονται για το 2026 και το 2027 αντιστοίχως.
Η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία υποστηρίζει τη Συμφωνία του Παρισιού και τους στόχους της ΕΕ για απαλλαγή των μεταφορών από τον άνθρακα το 2050 και έχει επενδύσει δισεκατομμύρια στην ηλεκτροκίνηση για να προσφέρει οχήματα στην αγορά. Σήμερα, η τεχνολογία και η διαθεσιμότητα οχημάτων μηδενικών εκπομπών δεν αποτελούν σημεία συμφόρησης. “Παίζουμε το ρόλο μας σε αυτή τη μετάβαση, αλλά δυστυχώς, τα άλλα απαραίτητα στοιχεία για αυτήν τη συστημική αλλαγή δεν υπάρχουν. Επιβαρυντικός παράγοντας είναι η ταχεία διάβρωση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ, όπως επιβεβαιώνεται από την έκθεση Ντράγκι” επισημαίνει η ACEA.
Τα τελευταία στοιχεία ταξινόμησης αυτοκινήτων στην ΕΕ που δημοσίευσε η ACEA επιβεβαιώνουν για άλλη μια φορά ότι η αγορά EV (BEV + PHEV) βρίσκεται πλέον σε συνεχή πτωτική πορεία.
Όπως αναφέρει το Διοικητικό Συμβούλιο της ACEA:
“Ελλείπουν κρίσιμες προϋποθέσεις για να επιτύχουμε την απαραίτητη ώθηση στην παραγωγή και την υιοθέτηση οχημάτων μηδενικών εκπομπών: υποδομή φόρτισης και ανεφοδιασμού υδρογόνου, καθώς και ανταγωνιστικό περιβάλλον παραγωγής, προσιτή πράσινη ενέργεια, κίνητρα αγοράς και φορολογίας και ασφαλής προμήθεια πρώτων υλών, υδρογόνου και μπαταριών. Η οικονομική ανάπτυξη, η αποδοχή των καταναλωτών και η εμπιστοσύνη στις υποδομές δεν έχουν επίσης αναπτυχθεί επαρκώς”.
“Ως εκ τούτου, η μετάβαση σε μηδενικές εκπομπές αποτελεί ιδιαίτερη πρόκληση και υπάρχει ανησυχία ως προς την επίτευξη των στόχων μείωσης εκπομπών CO2 αυτοκινήτων και βαν για το 2025. Οι ισχύοντες κανόνες δεν λαμβάνουν υπόψη τη βαθύτατη αλλαγή του γεωπολιτικού και οικονομικού κλίματος τα τελευταία χρόνια και η εγγενής αδυναμία των νόμων να προσαρμοστούν στις πραγματικές εξελίξεις διαβρώνει περαιτέρω την ανταγωνιστικότητα του κλάδου”.
“Αυτό εγείρει την τρομακτική προοπτική είτε για πρόστιμα πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, τα οποία διαφορετικά θα μπορούσαν να επενδυθούν στη μετάβαση σε μηδενικές εκπομπές, είτε για περιττές περικοπές παραγωγής, απώλεια θέσεων εργασίας και αποδυναμωμένη ευρωπαϊκή αλυσίδα εφοδιασμού και αξίας σε μια εποχή που αντιμετωπίζουμε σκληρό ανταγωνισμό από την αυτοκινητοβιομηχανία άλλων περιοχών”.
“Ο κλάδος δεν έχει την πολυτέλεια να περιμένει την αναθεώρηση των κανονισμών του CO2 το 2026 και το 2027, χρειαζόμαστε επείγουσα και ουσιαστική δράση τώρα για να αναστρέψουμε την πτωτική τάση, να αποκαταστήσουμε την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας της ΕΕ και να μειώσουμε τη στρατηγική ευπάθεια. Για τα βαρέα επαγγελματικά οχήματα, μια προηγούμενη αναθεώρηση θα είναι επίσης απολύτως κρίσιμη για να διασφαλιστεί ότι ζωτικές συνθήκες, όπως η υποδομή για φορτηγά και λεωφορεία, έχουν αναπτυχθεί εγκαίρως”.
“Είμαστε έτοιμοι να διαπραγματευτούμε δέσμη βραχυπρόθεσμης ελάφρυνσης των στόχων CO2 αυτοκινήτων και βαν του 2025, ταχεία, ολοκληρωμένη και στιβαρή αναθεώρηση των κανονισμών CO2 αυτοκινήτων και φορτηγών, καθώς και συγκεκριμένη παράγωγη νομοθεσία σαφούς μετάβασης σε μηδενικές εκπομπές και διασφάλισης του βιομηχανικού μέλλοντος της Ευρώπης”.