Τον Ιούλιο ταξινομήθηκαν 45% λιγότερα κινεζικά EV στην ΕΕ από ό,τι τον Ιούνιο. Φαίνεται πως οι υψηλότεροι ευρωπαϊκοί δασμοί λειτουργούν. Αλλά αυτό το εμπορικό εμπόδιο, που σχεδιάστηκε για να προστατεύσει τους ευρωπαίους κατασκευαστές από τον αθέμιτο ανταγωνισμό, μπορεί να έχει και άλλες, ανεπιθύμητες επιπτώσεις.
Η μείωση κατά 45%, που υπολογίστηκε από την Dataforce, μπορεί να υπερβάλει ως προς τον αντίκτυπο των δασμών που επιβλήθηκαν στις αρχές Ιουλίου, γιατί οι δασμοί (έως 38%) ήταν αναμενόμενοι, επομένως οι αντιπρόσωποι μπορεί να είχαν προμηθευτεί και να πούλησαν περισσότερα οχήματα πριν ανακοινωθούν.
Συνολική ύφεση
Εξ άλλου, δεν επηρεάζονται μόνον οι κινέζοι κατασκευαστές BYD, Xpeng, Polestar και MG. Οι δασμοί πλήττουν και δυτικούς κατασκευαστές όπως η Stellantis, η Tesla και η BMW, οι οποίοι επίσης εισάγουν ηλεκτρικά αυτοκίνητα από τα εργοστάσιά τους στην Κίνα.
Ο συνολικός αριθμός ταξινομήσεων EV στις 16 ευρωπαϊκές χώρες που καταγράφει η Dataforce μειώθηκε κατά 36% από τον Ιούνιο έως τον Ιούλιο, αντανακλώντας τη συνολική πτώση πωλήσεων EV.
Ωστόσο, αυτό δείχνει μειωμένη επίδοση των κινεζικών ηλεκτρικών οχημάτων, που συνδέεται με τους δασμούς, οι οποίοι θα καταστούν μόνιμοι τον Νοέμβριο, εκτός εάν ΕΕ και Κίνα καταλήξουν σε συμφωνία.
Κλασικό πρόβλημα
Εάν συμβεί αυτό, η ΕΕ κινδυνεύει να βλάψει τους στόχους της για το κλίμα, προειδοποιεί η ομάδα προβληματισμού Chatham House του Λονδίνου.
Το βασικό πρόβλημα είναι ότι η ΕΕ στοχεύει στην επίτευξη τριών στόχων οι οποίοι, σε κάποιο βαθμό, έρχονται σε σύγκρουση μεταξύ τους: Επιθυμεί να επιταχύνει την απανθρακοποίησή της, να αποτρέψει τον κινεζικό κίνδυνο και να διατηρήσει την παραγωγική της βάση. Η ταυτόχρονη επίτευξη των τριών στόχων δεν είναι εφικτή, επομένως πρέπει να υπάρξουν επιλογές.
Συγκεκριμένα, η επιβολή δασμών στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα αποτρέπει τον κινεζικό κίνδυνο και βοηθά στη διατήρηση της ευρωπαϊκής παραγωγής. Αυτό όμως επιβραδύνει την ενεργειακή μετάβαση της ΕΕ και αυξάνει το κόστος της – συμπεριλαμβανομένου του κόστους ηλεκτρικών οχημάτων, προειδοποιεί η Chatham House.
Τεχνολογία μηδενικών εκπομπών
Η επιθυμία να προστατευθεί η παραγωγή καθαρής ευρωπαϊκής τεχνολογίας είναι κατανοητή. Στις αρχές του 2010, οι φθηνοί κινεζικοί ηλιακοί συλλέκτες αποδεκάτισαν τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό κλάδο.
Τώρα, η ΕΕ επιθυμεί να παράγεται όσο το δυνατόν περισσότερη καθαρή τεχνολογία στην Ευρώπη – όχι απλώς ηλιακοί συλλέκτες, αλλά και EV και οι μπαταρίες τους. Η Ένωση έχει θέσει ως στόχο να παράγεται εγχώρια έως το 2030 τουλάχιστον το 40% της στρατηγικής τεχνολογίας μηδενικών εκπομπών.
Ωστόσο, μόνον η επίτευξη των στόχων κατασκευής ηλιακών συλλεκτών και μπαταριών EV απαιτεί επενδύσεις περίπου 65 δισ. ευρώ. Οι σημερινές δεσμεύσεις υπολείπονται κατά πολύ αυτού του ποσού. Συγκεκριμένα, το ετήσιο έλλειμμα των επενδύσεων για το κλίμα στην ΕΕ υπολογίζεται σε 406 δισ. ευρώ. Για να επιτύχει τους κλιματικούς στόχους του 2030, η ΕΕ πρέπει να διπλασιάσει τη σχετική χρηματοδότηση, επισημαίνει η Chatham House.
Μαζικό μάρκετινγκ
Ο μακροπρόθεσμος στόχος της ΕΕ είναι να επιτύχει μηδενικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου έως το 2050, με ενδιάμεσο στόχο μείωσης τουλάχιστον κατά 55% έως το 2030 έναντι του 1990. Το 2022, η ΕΕ πέτυχε μείωση 32,5%, που σημαίνει ότι η απανθρακοποίηση πρέπει να επιταχυνθεί δραστικά για να επιτευχθούν οι στόχοι. Αυτό σημαίνει μαζικό μάρκετινγκ ηλιακών συλλεκτών, ηλεκτρικών οχημάτων και άλλων καθαρών τεχνολογιών.
Ωστόσο, η στοχοποίηση των φθηνότερων κινεζικών εισαγωγών καθαρής τεχνολογίας –είτε πρόκειται για ηλιακούς συλλέκτες, είτε για EV– και η προτίμηση ακριβότερων εναλλακτικών λύσεων που κατασκευάζονται στην ΕΕ θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε υψηλότερες τιμές και πιο αργή ενεργειακή μετάβαση.
Αυτό δεν αυξάνει απλώς τον κίνδυνο αποτυχίας των στόχων μείωσης εκπομπών της ΕΕ, αλλά εδραιώνει την αντίληψη ότι τα EV (και άλλες λύσεις καθαρής τεχνολογίας) είναι δαπανηρή υπόθεση, απρόσιτη για τους καταναλωτές και τις εταιρείες με περιορισμένο προϋπολογισμό.
Αρνητικές επιπτώσεις
Αντιμέτωπες με παρόμοιο πρόβλημα, οι ΗΠΑ επέλεξαν ακόμα πιο δραστική λύση από την ΕΕ: τον Μάιο, ανακοίνωσαν ότι οι δικοί τους δασμοί στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα θα ανέλθουν στο πρωτοφανές 102,5%.
Αυτό μπορεί να ικανοποιεί τους εγχώριους κατασκευαστές, αλλά δεν διευρύνει τη διαθεσιμότητα ηλεκτρικών οχημάτων χαμηλού κόστους στην αγορά και θέτει σε κίνδυνο τους στόχους μείωσης εκπομπών της Αμερικής.
Σε αμφότερες τις πλευρές του Ατλαντικού, οι αρνητικές επιπτώσεις της πρόσφατης επιβολής δασμών στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα πρέπει να εξεταστούν και να αντιμετωπιστούν.