Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάλεσε στόλους οχημάτων, επιχειρήσεις, κατασκευαστές, συνδικάτα και πολίτες να συνεισφέρουν στη διαδικασία αναθεώρησης των προτύπων επιδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις εκπομπές CO2 τόσο των αυτοκινήτων όσο και των ελαφρών επαγγελματικών οχημάτων.

Η διαβούλευση έρχεται σε μια περίοδο αυξανόμενης πίεσης για τροποποίηση ή και κατάργηση των υφιστάμενων κανονισμών εκπομπών, με πρωτοβουλία ορισμένων κρατών-μελών της ΕΕ αλλά και κατασκευαστών οχημάτων.

Οι κανονισμοί απαιτούν από τους κατασκευαστές να μειώσουν κατά 55% τις μέσες εκπομπές των νέων επιβατικών αυτοκινήτων που διαθέτουν στην αγορά έως το 2030, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2021, επιτυγχάνοντας μέσο όρο WLTP 93,6g CO2/km την περίοδο 2025-2029 και 49,5g CO2/km από το 2030 έως το 2034.

Το αντίστοιχο ποσοστό για τα ελαφρά επαγγελματικά οχήματα είναι 50% στο ίδιο χρονικό διάστημα, με μείωση σε 153,9g CO2/km την περίοδο 2025-2029 και 90,6g CO2/km από το 2030 έως το 2034.

Απαγόρευση κινητήρων εσωτερικής καύσης το 2035

Πιο αμφιλεγόμενη είναι η πανευρωπαϊκή απαγόρευση πώλησης νέων οχημάτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης που θα τεθεί σε ισχύ το 2035, οπότε όλα τα νέα αυτοκίνητα και ελαφρά επαγγελματικά θα πρέπει να είναι μηδενικών εκπομπών.

Το Σχέδιο Βιομηχανικής Δράσης της Επιτροπής για τον Αυτοκινητικό Κλάδο είχε δεσμευθεί για επιτάχυνση της αναθεώρησης και αναπροσαρμογής του κανονιστικού πλαισίου, αναγνωρίζοντας την ανάγκη να ληφθούν υπόψη οι πραγματικότητες της αγοράς, η τεχνολογική πρόοδος και οι ανησυχίες των ενδιαφερομένων μερών.

Κατά την έναρξη της διαβούλευσης, η Επιτροπή αναγνώρισε τη σημασία του αυτοκινητικού κλάδου για την οικονομία της ΕΕ, τονίζοντας ότι αντιπροσωπεύει €1 τρισ. του ΑΕΠ και προσφέρει περίπου 13 εκατομμύρια θέσεις εργασίας, εκ των οποίων 3 εκατομμύρια σχετίζονται με τη μεταποίηση.

Περισσότερη ευελιξία για τους κατασκευαστές

Η νέα διαβούλευση, διάρκειας 12 εβδομάδων και με καταληκτική ημερομηνία την 29η Σεπτεμβρίου, δείχνει ότι η Επιτροπή ενδέχεται να εξετάσει την εισαγωγή περισσότερων ευελιξιών για να διευκολύνει τους κατασκευαστές να πετύχουν τους στόχους τους.

Οι κατασκευαστές (OEMs) έχουν ήδη τη δυνατότητα να υπολογίζουν τον μέσο όρο των εκπομπών τους σε τριετή βάση (2025-2027), ώστε να μπορούν να αντισταθμίσουν τυχόν ελλείψεις ενός ή δύο ετών με υπερβάσεις επιδόσεων στο τρίτο έτος.

Επιπλέον, την περίοδο 2025-2029 οι OEMs μπορούν να αξιοποιήσουν ένα σύστημα πίστωσης που τους απαλλάσσει από τους στόχους εκπομπών της Επιτροπής, εφόσον το 25% των πωλήσεων αυτοκινήτων και το 17% των πωλήσεων ελαφρών επαγγελματικών οχημάτων έχουν εκπομπές CO2 όχι υψηλότερες από 50g/km.

Συνθετικά καύσιμα και βιοκαύσιμα

Νέες ευελιξίες θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν τη χρήση συνθετικών καυσίμων (e-fuels) και βιοκαυσίμων.

Η UNITI Bundesverband EnergieMittelstand, που εκπροσωπεί τη βιομηχανία καυσίμων στη Γερμανία, έχει προειδοποιήσει ότι η πολιτική της ΕΕ υπέρ της «Αποκλειστικά Ηλεκτρικής» μετάβασης στα αυτοκίνητα και τα ελαφρά επαγγελματικά θέτει σε κίνδυνο χιλιάδες θέσεις εργασίας στη μεταποίηση. Η Ευρώπη, αναφέρει η UNITI, είναι η μόνη περιοχή στον κόσμο που ακολουθεί μια στρατηγική αποκλειστικής στροφής στις μπαταρίες, αποκλείοντας άλλες τεχνολογίες, και έχει καλέσει σε μια πιο ανοιχτή τεχνολογικά προσέγγιση για τη μείωση του CO2, που θα περιλαμβάνει και τα ανανεώσιμα καύσιμα.

Ωστόσο, η Transport & Environment έχει καλέσει την Επιτροπή να μην υποχωρήσει στους στόχους CO2 για το 2035 και επανέλαβε το αίτημά της για νομοθεσία που θα υποχρεώνει τους εταιρικούς στόλους να εξασφαλίζουν ότι τουλάχιστον το 90% των νέων αυτοκινήτων που θα αγοράζουν έως το 2030 θα είναι ηλεκτρικά.

Προηγούμενο άρθροCar-as-a-Service: Προβλέπεται διπλασιασμός το 2030
Επόμενο άρθροSixt CBO Vinzenz Pflanz: “Κλειδί” η συνεχής ανάπτυξη