
Η CLEPA, η Ευρωπαϊκή Ένωση Προμηθευτών του Automotive, καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναγνωρίσει τις σημερινές πραγματικότητες της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας και να περάσει από τη συζήτηση στην εφαρμογή.
Όπως αναφέρει σε άρθρο του ο Γενικός Γραμματέας της Benjamin Krieger, «μπορούμε να διατηρήσουμε έναν ανταγωνιστικό και βιώσιμο κλάδο – και να εξασφαλίσουμε χιλιάδες θέσεις εργασίας για τους Ευρωπαίους – μέσα από συντονισμένη δράση πολιτικής και βιομηχανίας». Διευθύνοντες σύμβουλοι και βασικοί εκπρόσωποι ετοιμάζονται να ταξιδέψουν στις Βρυξέλλες για μια κρίσιμη συζήτηση: ο Στρατηγικός Διάλογος της 12ης Σεπτεμβρίου είναι η ευκαιρία μας να δράσουμε, προσθέτει.
Κατά τον κ. Krieger, οι απειλές για την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία δεν είναι αφηρημένες. «Όπως δείχνουν τα πρόσφατα στοιχεία μας, οι προμηθευτές αντιμετωπίζουν δεκάδες χιλιάδες απώλειες θέσεων εργασίας: πάνω από 54.000 το 2024 και άλλες 22.000 ήδη φέτος, καθώς εργοστάσια κλείνουν και οι επενδύσεις σταματούν. Η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας βρίσκεται υπό τεράστια πίεση, συμπιεσμένη ανάμεσα σε κλιμακούμενες παγκόσμιες εμπορικές αναταράξεις – από δασμολογικές συγκρούσεις έως περιορισμούς πόρων – και σε εσωτερικούς περιορισμούς της αγοράς, όπως οι υψηλές τιμές ενέργειας, το αυξανόμενο εργασιακό κόστος και ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που συχνά προσθέτει πολυπλοκότητα χωρίς να παρέχει επενδυτική βεβαιότητα.»
Ειδικότερα ο ΓΓ της CLEPA σημεώνει τα εξής:
“Η πρόκλησή μας δεν είναι τεχνολογική, αλλά στρατηγική. Τα ηλεκτρικά οχήματα μπαταρίας (BEVs) θα καθορίσουν το μέλλον της κινητικότητας, αλλά η μετάβαση πρέπει επίσης να συμπεριλάβει τα plug-in υβριδικά, τους θερμικούς κινητήρες με βελτιωμένη απόδοση, τα συστήματα επέκτασης αυτονομίας, τις λύσεις υδρογόνου και τα καύσιμα χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Πολλαπλές τεχνολογικές διαδρομές διασφαλίζουν καινοτομία, επενδύσεις και εφικτότητα. Και ας μην υπάρχει αμφιβολία: η αυτοκινητοβιομηχανία προχωρά με ταχύτητα στα BEVs – κάτι που θα φανεί αυτή την εβδομάδα στο IAA στο Μόναχο, όπου θα παρουσιαστούν καινοτομίες για να προωθήσουν την Ευρώπη μπροστά και να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της σύγχρονης κινητικότητας.
Ο κανονισμός για τις εκπομπές CO₂ στα ελαφρά οχήματα, που θα απαγορεύσει τις πωλήσεις νέων ΙΧ με κινητήρες εσωτερικής καύσης από το 2035, ήταν εξαρχής φιλόδοξος, αλλά πλέον πρέπει να ιδωθεί σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο πλαίσιο, αξιοποιώντας το τεράστιο δυναμικό και τη γνώση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας.
Επιλογή δράσης αντί για αντιπαράθεση
Ο Στρατηγικός Διάλογος με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέχρι στιγμής δείχνει πρόθεση, αλλά οκτώ μήνες μετά εξακολουθούν να λείπουν τα συγκεκριμένα μέτρα. Αν η φιλοδοξία ξεπερνά τη δράση, η περιοχή μας δεν θα χάσει μόνο τους στόχους απανθρακοποίησης, αλλά και τη βιομηχανική της ραχοκοκαλιά. Και αυτό είναι πλέον σαφές, καθώς κράτη μέλη κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Ακόμα και η Γερμανία, μια χώρα που στο παρελθόν υποστήριζε σταθερά μια στρατηγική αποκλειστικά για ηλεκτρικά οχήματα, έχει πλέον αναγνωρίσει την πραγματικότητα ενός από τους βασικούς της κλάδους και ξεκινά συζήτηση για αναθεώρηση της σταδιακής κατάργησης.
Η επερχόμενη αναθεώρηση του κανονισμού για τις εκπομπές CO₂ σε αυτοκίνητα και ελαφρά επαγγελματικά οχήματα πρέπει, επομένως, να ενσωματώσει ευελιξία, βιομηχανική προοπτική και μια προσέγγιση βασισμένη στην αγορά. Ιδανικά, αυτό θα πρέπει να ενταχθεί σε μια ευρύτερη ατζέντα μεταρρυθμίσεων που θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ ως τόπου παραγωγής, έρευνας και επενδύσεων, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη έξυπνες πολιτικές τοπικού περιεχομένου ώστε να διαφυλαχθεί η παραγωγή και η τεχνογνωσία στην Ευρώπη. Οι ποινές και οι άκαμπτες υποχρεώσεις από μόνες τους δεν θα φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα· απαιτούνται ρεαλιστικά πλαίσια για να προσελκυστούν επενδύσεις και να δημιουργηθεί ανάπτυξη.
Προχωρώντας μπροστά
Η συνεργασία με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ για την εναρμόνιση φιλοδοξίας και δράσης είναι καθοριστική για να εξασφαλιστεί ένα ανταγωνιστικό και βιώσιμο μέλλον για την αυτοκινητοβιομηχανία. Ο Στρατηγικός Διάλογος του Σεπτεμβρίου, ωστόσο, μπορεί να είναι η τελευταία μας ευκαιρία να δράσουμε – η αποτυχία σημαίνει απώλειες θέσεων εργασίας και απώλεια βιομηχανικής αυτονομίας.”