Το 2024 ήταν μια κακή χρονιά για τις πωλήσεις EV στην Ευρώπη. Οι πωλήσεις ηλεκτρικών επαγγελματικών eLCV, ειδικότερα, σε ολόκληρη την ΕΕ, έχουν πέσει χαμηλά και το μερίδιο αγοράς τους έχει μειωθεί σημαντικά σε σύγκριση με το 2023. Η κερδοφορία χάθηκε, όταν πέρυσι, τόσο τα πλήρως ηλεκτρικά (BEV) όσο και τα υβριδικά (PHEV) LCV είχαν επιτύχει σημαντικά κέρδη σε όγκο όσο και μερίδιο, συγκριτικά με το αμέσως προηγούμενο έτος. Η πτώση χαρακτηρίζεται από παράγοντες της αγοράς έως και «αινιγματική», αφού η συνολική αγορά των αυτοκινήτων συνέχισε να αναπτύσσεται…
Συγκεκριμένα, οι πωλήσεις νέων LCV αυξήθηκαν κατά 8,5% σε ετήσια βάση τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2024. Τόσο η βενζίνη όσο και το ντίζελ αυξήθηκαν σε όγκο. Το ντίζελ, μάλιστα, κατάφερε ακόμη και να ανακτήσει το μεγαλύτερο ποσοστό του μεριδίου αγοράς που είχε χάσει από το 2022. Ένας λόγος, λοιπόν, για τη μείωση των πωλήσεων είναι ακριβώς ο ίδιος τόσο για τα eLCV όσο και για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα: η αύξηση της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας. Τον Ιούνιο του 2024, η μέση τιμή μιας κιλοβατώρας (kWh) στην ΕΕ ήταν 0,289 ευρώ, αυξημένη κατά 36% σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2020. Αυτή η αύξηση – εν μέρει λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, εν μέρει λόγω της αυξημένης ζήτησης, όπως προκύπτει από τα κέντρα δεδομένων – έχει κάνει πιο ακριβά τα λειτουργικά έξοδα των EV και, έτσι, επιβραδύνεται ο εξηλεκτρισμός της κινητικότητας.
Άλλοι λόγοι είναι παρόμοιοι με εκείνους της μείωσης των πωλήσεων ηλεκτρικών αυτοκινήτων, αλλά επηρεάζουν πιο έντονα τα eLCV. Πχ, εκτός των προηγμένων αγορών EV, όπως η Ολλανδία, η δημόσια υποδομή φόρτισης σε ολόκληρη την ΕΕ εξακολουθεί να είναι ανεπαρκής τόσο για ηλεκτρικά επιβατικά όσο και για LCV. Αυτό είναι ένα πρόβλημα πιο ουσιώδες για τους στόλους LCV, οι οποίοι πρέπει να διατηρούν υψηλό χρόνο λειτουργίας και απαιτούν, ως εκ τούτου, ταχεία φόρτιση οπουδήποτε.
Παράλληλα, το αβέβαιο οικονομικό κλίμα έχει κάνει τις επιχειρήσεις πιο επιφυλακτικές όσον αφορά τις επενδύσεις τους και σε ό,τι αφορά την ηλεκτροκίνηση των εταιρικών στόλων. Αυτή η αβεβαιότητα έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο στους στόλους LCV, καθώς συμβάλλει στην επιβράδυνση των επιχειρήσεων της εφοδιαστικής, της λιανικής και των κατασκευών, οι οποίοι παραδοσιακά εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα LCV. Δύο λόγοι για τη μείωση των πωλήσεων αφορούν ιδιαίτερα την αγορά LCV:
-Για πολλούς στόλους LCV, το ντίζελ παραμένει ο «βασιλιάς»: εξακολουθεί να είναι η πιο οικονομική και λειτουργικά αξιόπιστη επιλογή. Τα ντίζελ LCV έχουν μεγαλύτερη αυτονομία, ανεφοδιάζονται ταχύτερα και έχουν χαμηλότερο κόστος απόκτησης σε σύγκριση με τις ηλεκτρικές εναλλακτικές τους. Ακόμη και με αυστηρότερους κανονισμούς εκπομπών ρύπων, οι καθαρότεροι κινητήρες ντίζελ εξακολουθούν να παρέχουν είσοδο σε Ζώνες Χαμηλών Εκπομπών.
-Τα eLCV, γενικά, εξακολουθούν να περιορίζονται σε συγκεκριμένα μεγέθη. Υπάρχουν σημαντικά κενά στην αγορά όσον αφορά τα μοντέλα που ταιριάζουν με τις απαιτήσεις συγκεκριμένων βιομηχανιών, ιδίως των κατασκευών και των logistics.
Πάντως, εκτιμάται πως καθώς τρέχει η τεχνολογία, οι χρόνοι φόρτισης θα μειώνονται και η γκάμα των προϊόντων θα αυξάνεται. Το μερίδιο των eLCV θα θα ξεπερνά με τον καιρό αυτό των LCV ντίζελ (και βενζίνης). Βραχυπρόθεσμα, το μερίδιο EV στην αγορά LCV (δηλαδή BEVs και PHEV) θα αυξηθεί στο 9,8% το 2025 και θα φτάσει το 51,6% το 2030», σύμφωνα με τον Neil King, του Επικεφαλής Προβλέψεων της EV Volumes. «Μακροπρόθεσμα, οι στόχοι της ΕΕ για μηδενικές εκπομπές το 2035 θα επιταχύνουν περαιτέρω τη μετάβαση στα αμιγώς ηλεκτρικά LCV», αναφέρει χαρακτηριστικά.