Οι αυτοκινητοβιομηχανίες της ευρωπαϊκής αγοράς έχουν εξασφαλίσει λιγότερο από το ένα πέμπτο (16%) των βασικών μετάλλων μπαταριών που θα χρειαστούν μέχρι το 2030, σύμφωνα με ανάλυση των δημοσιευμένων συμβάσεων.
Μόνον η Tesla και η BYD κάνουν επαρκή προσπάθεια εξασφάλισης προμηθειών κοβαλτίου, λιθίου και νικελίου προς επίτευξη των στόχων πωλήσεών τους του 2030, ενώ οι περισσότεροι ευρωπαίοι κατασκευαστές – με εξαίρεση τις Volkswagen και Stellantis – είναι πολύ πίσω. Η ανάλυση γίνεται στο πλαίσιο κατάταξης των κατασκευαστών στην αλυσίδα εφοδιασμού μπαταριών, βάσει των εξασφαλισμένων πρώτων υλών, της παραγωγής κυψελών και των υπεύθυνων πρακτικών.
Η Tesla ηγείται της συνολικής κατάταξης βάσει των στρατηγικών πρώτων υλών και παραγωγής κυψελών – αν και έπεται αρκετών ανταγωνιστών σε υπεύθυνες πρακτικές. Η Volkswagen έχει σχετικά καλές επιδόσεις και στις τρεις κατηγορίες και έρχεται δεύτερη, μπροστά από την BYD που ηγείται στην βαθμολογία πρώτων υλών, αλλά υστερεί σε υπεύθυνες πρακτικές επειδή δεν παρέχει πληροφορίες σχετικά με την βιώσιμη προμήθεια.
Μόνον έξι εταιρείες – Tesla, BYD, Volkswagen, Ford, Renault και Stellantis – διαθέτουν μακροπρόθεσμα συμβόλαια για τα τρία βασικά μέταλλα ή σχεδιάζουν να αλλάξουν την χημική σύνθεση των μπαταριών για να απεξαρτηθούν από κάποιο μέταλλο, διαπιστώνει η έρευνα. Η Mercedes διαθέτει μόνο ένα δημοσιοποιημένο συμβόλαιο βασικού ορυκτού και η BMW, η οποία αντιτίθεται στη σταδιακή κατάργηση των κινητήρων εσωτερικής καύσης της ΕΕ, δεν έχει γνωστοποιήσει αρκετές πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζει να εξασφαλίσει υλικά νικελίου, κοβαλτίου ή καθόδων.
Η Julia Poliscanova, ανώτερη διευθύντρια οχημάτων και αλυσίδων εφοδιασμού ηλεκτροκινητικότητας της T&E (Transport & Environment), δήλωσε: «Υπάρχει σαφής διαφορά μεταξύ των στόχων ηλεκτρικών οχημάτων των κατασκευαστών αυτοκινήτων και των στρατηγικών τους για κρίσιμα ορυκτά. Η Tesla και η BYD είναι πολύ μπροστά από τις περισσότερες ευρωπαϊκές εταιρείες που μόλις τώρα αντιδρούν στην πρόκληση εξασφάλισης μετάλλων μπαταριών. Αυτή η έκθεση πρέπει να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για τους CEO και τους επενδυτές, ώστε να εμπλακούν περαιτέρω στις αλυσίδες εφοδιασμού τους».
Οι τρεις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες – BMW, Mercedes-Benz και Volkswagen – είναι κορυφαίες στις υπεύθυνες πρακτικές εφοδιαστικής αλυσίδας. Η ιχνηλασιμότητα πρώτων υλών, οι διαδικασίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα και η προστασία των ανθρωπίνων και δικαιωμάτων και των γηγενών, συνιστούν σημαντική μέθοδο μέτρησης για καταναλωτές και επενδυτές. Η BYD βαθμολογήθηκε με μηδέν, καθώς δεν υπήρξαν στοιχεία για κάποια βιώσιμη πρακτική εκ μέρους της αυτοκινητοβιομηχανίας.
Σε ξεχωριστή κατάταξη, οι Volkswagen, Stellantis και Mercedes-Benz βαθμολογούνται καλύτερα ως προς την ανθεκτικότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας – σημαντική μέθοδος μέτρησης, καθώς αυξάνονται οι εμπορικές εντάσεις μεταξύ ΕΕ και Κίνας. Οι τρεις εταιρείες, μαζί με την Renault, είναι οι μόνες αυτοκινητοβιομηχανίες που υποστηρίζουν νεοφυείς επιχειρήσεις της ΕΕ στον τομέα των εξαρτημάτων μπαταριών και της επεξεργασίας ορυκτών. Η T&E ανέφερε ότι η υποστήριξη της αυτοκινητοβιομηχανίας για επανεγκατάσταση του εξευγενισμού, της παραγωγής καθόδων και άλλων εξαρτημάτων, μπορεί να βοηθήσει στην αναβάθμιση της πράσινης τεχνολογίας στην Ευρώπη, εξασφαλίζοντας παράλληλα τον εφοδιασμό.
Η Julia Poliscanova δήλωσε: «Οι στρατηγικές εφοδιαστικής αλυσίδας των κατασκευαστών αυτοκινήτων θα διευκολύνουν ή θα δυσχεράνουν την ευρωπαϊκή μετάβαση στα ηλεκτρικά οχήματα και κάποιες εταιρείες θα σβήσουν. Η υποστήριξη τοπικών εργοστασίων εξευγενισμού και εξαρτημάτων μπαταριών θα είναι σημαντική για την επιβίωσή τους. Αλλά οι Ευρωπαίοι έχουν ξεκάθαρο προβάδισμα στην διαχείριση των αλυσίδων εφοδιασμού, που είναι σημαντικό για την αποδοχή των καταναλωτών και την χρηματοδότηση των ESG».