Ο Πρόεδρος της ACEA (Ένωση Ευρωπαίων Κατασκευαστών Αυτοκινήτων) Luca de Meo παρουσίασε τις εισηγήσεις της ACEA στο υπό κατάρτιση σχέδιο της ΕΕ για την αυτοκινητοβιομηχανία, συμπεριλαμβανομένων προτάσεων για ένα απλοποιημένο κανονιστικό πλαίσιο.
Τον Στρατηγικό Διάλογο για το μέλλον του κλάδου στην Ευρώπη, θα τροφοδοτήσει το Σχέδιο Δράσης για την Αυτοκινητοβιομηχανία, το οποίο θα είναι προϊόν των πρώτων 100 ημερών της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η συμβολή της ACEA στο σχέδιο δράσης της ΕΕ για την αυτοκινητοβιομηχανία επικεντρώνεται σε τρεις βασικούς πυλώνες:
- Την εφαρμογή μιας ισχυρής βιομηχανικής πολιτικής της ΕΕ για τη διευκόλυνση και την επιτάχυνση της επιχειρηματικής δράσης στην Ευρώπη.
- Τη δημιουργία συνθηκών για μια αυτό-προωθούμενη μετάβαση της αγοράς με γνώμονα την κινητικότητα μηδενικών εκπομπών για επιβατικά αυτοκίνητα, φορτηγά και λεωφορεία.
- Τη μείωση του διοικητικού φόρτου και την απλούστευση της νομοθεσίας.
Βασικό στοιχείο, ειδικότερα, ενός αναζωογονημένου πλαισίου πολιτικής είναι ένα απλοποιημένο νομοθετικό περιβάλλον που αποσκοπεί στη μείωση του ρυθμιστικού φόρτου και θα επιτρέψει στα θεσμικά όργανα της ΕΕ να ελέγχουν καλύτερα τη νομοθεσία τους, αποτρέποντας ταυτόχρονα τις επικαλύψεις και τις ασυνέπειες.
Μόνο οι κατασκευαστές οχημάτων αναμένεται να συμμορφωθούν με μία ροή περισσότερων από 100 νομοθετημάτων έως το 2030, που καλύπτουν απαιτήσεις για την ασφάλεια των οχημάτων, τις εκπομπές ρύπων, την ενέργεια, τα υλικά, τα δεδομένα και την ασφάλειά τους. Κατά την εφαρμογή των σχετικών νομοθετικών πράξεων, αντιμετωπίζουν συχνά τεχνικές, διοικητικές ή χρονικές ασυνέπειες. Ως εκ τούτου, η ACEA έχει αναπτύξει σαφείς προτάσεις για ένα απλουστευμένο ρυθμιστικό πλαίσιο με σκοπό την καλύτερη αποτύπωση της πραγματικότητας στη λειτουργία της βιομηχανίας:
- Ομαδοποίηση των κανονιστικών απαιτήσεων που επηρεάζουν την αυτοκινητοβιομηχανία σε χωριστούς τομείς.
- Ρύθμιση του μέλλοντος, όχι του παρελθόντος, εστιάζοντας στις νέες εγκρίσεις τύπου.
- Δημιουργία taskforce «μίας στάσης» για τη διεξαγωγή ειδικών εκτιμήσεων των επιπτώσεων για τον κλάδο και των τεστ συνέπειας των νέων νόμων.
Αυτές οι προτάσεις υποδεικνύουν συγκεκριμένες λύσεις που μειώνουν τις διοικητικές απαιτήσεις και τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων, διασφαλίζουν ότι η νέα νομοθεσία είναι πιο λιτή και πιο στοχευμένη και παρέχουν μια απλούστερη νομοθετική διαδικασία.